BillyReuter

21.3.08

Μετά την απεργία

"Κι αν φτωχική τη βρεις, η Ιθάκη δε σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν"...
Κ.Π.Καβάφης, "Ιθάκη"
Παγκόσμια Ημέρα της Ποίησης σήμερα, κι είπα να αφιερώσω μια ανάρτηση στο συνδικαλιστικό κίνημα και στις απεργίες που, όπως φαίνεται, λήξανε άδοξα.
Η Χάλη - Γκάλη Πετραλιά κατάφερε τελικά να περάσει τον νόμο για το ασφαλιστικό, με 151 ψήφους υπέρ (αλήθεια, ο Κουκοδήμος πού ήτανε;), 13 κατά (ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α.), ενώ αποχώρησαν ΠΑ.ΣΟ.Κ., Κ.Κ.Ε. και ΛΑ.Ο.Σ. Και καλά ο ΛΑ.Ο.Σ., είναι το δεκανίκι της δεξιάς και είπε να αποχωρήσει, ώστε ούτε την κυβέρνηση να δυσαρεστήσει, ούτε τους ψηφοφόρους του να απογοητεύσει. Τα άλλα δύο κόμματα γιατί απόχώρησαν και δεν ψήφισαν "κατά";...
Φέρνω στο μυαλό μου τον άνθρωπο που πίστευε πολύ στην απεργία που έκανε και στον αγώνα για να διατηρήσει τα υπεσχημένα, πώς θα είναι η ψυχολογία του μετά από τόσες απεργίες. Με την αίσθηση της ματαιότητας, ότι όλα αυτά γίναν τελικά "για ένα πουκάμισο αδειανό" (Σεφέρης). Ή, για να το παραφράσω και να τρίξουν τα κόκκαλα του νομπελίστα, όλα γίνανε "για μια ρόμπα ξεκούμπωτη". Της Φάνης; Του Καραμανλή; Όλων των κυβερνήσεων της Μεταπολίτευσης; Μήπως όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων;...
Κι εσείς που διαβάζετε ετούτες τις γραμμές, αναλογιστείτε: κατάλαβε κανείς, επί της ουσίας, τι διεκδικούσαν οι εργαζόμενοι; (Φαντάζομαι, καλά - καλά ούτε οι ίδιοι δεν κατάλαβαν). Κατάλαβε κανείς τι παιχνίδι χειραγώγησης παιζόταν τόσες μέρες με τη συναίνεση των δημοσιογράφων (που απορώ μάλιστα γιατί απεργήσανε, αφού ο Καραμανλής διευθέτησε το θέμα μαζί τους φιλικά και με κατανόηση...). Και, τελικά, κατάλαβε κανείς ποιο ήταν το μείζον; Γιατί, τόσες μέρες, μια κοινωνία έπαθε ομαδική παράκρουση ασχολούμενη με το έλασσον: πόσες ώρες θα μείνει κομμένο το ρεύμα, πόσο καλός άνθρωπος είναι ο Κακλαμάνης που μεσολάβησε για να κατοχυρωθούν οι υπάλληλοι της καθαριότητας στα βαρέα και ανθυγιεινά, πόσες ασθένειες του 19ου αιώνα μάς απειλούν εξαιτίας των σκουπιδιών...
Το πρωί που ξύπνησα, άνοιξα ο αφελής την τηλεόραση. Είπα βλέπετε να ενημερωθώ. Όσο να 'ναι, μετά από τρεις μέρες απεργίας και έλλειψης ενημέρωσης, θα μάθαινα τα νέα για τις απεργίες και γενικοτερα. Μετά από λίγο κατέληξα να αυτο-φασκελώνομαι. Μια εικόνα μόνο θα σας δώσω: ΑΝΤ1, Γιώργος Παπαδάκης, "Καλημέρα Ελλάδα". Όπου στο πάνελ είναι, μεταξύ άλλων, ένας παπάς μαύρος κι άραχνος και ο γνωστός παπα-Τσάκαλος. Κι από κάτω, με μεγάλα πηχιαία γράμματα, η "είδηση":
"ΜΟΙΧΕΙΑ Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ"
(ξέρετε, εκείνος που καθιερώθηκε το 1982 επί Ανδρέα...)
Κοινώς, μετά από τρεις μέρες που ο κόσμος δεν είχε ενημέρωση, αυτή ακριβώς ήταν η είδηση που του έλειψε να ακούσει: τι γνώμη έχει ο παπα-Τσάκαλος για το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης! "Εδώ ο κόσμος καίγεται και το τραϊ χτενίζεται", που που θα 'λεγε κι η γιαγιά μου. Αυτά, για να δείτε ποιες είναι οι προτεραιότητες που βάζουν στα θέματά τους οι "λειτουργοί" της ενημέρωσης...
Από την άλλη, βέβαια, παρακαλάω να απεργεί πιο συχνά η ΕΣΗΕΑ. Χριστούλη μου, τι καλά που είναι να μη βλέπω τον Πρετεντέρη τρεις μέρες τώρα! Ησύχασαν τ’ αυτιά μου…
Τα δικά σας;;;

Σαμαράς, ή Πώς να σπάσετε τη σιωπή σας


Την προηγούμενη εβδομάδα συγκλονίστηκα. Όχι, δεν είχα πυρετό, είμαι καλά και το αυτό επιθυμώ δι’ υμάς. Έγινε κάτι που χρόνια με λαχτάρα το περίμενα, κάτι που χρόνια στοίχειωνε τη σκέψη μου και που μόνο σαν απόκρυφη ελπίδα υπήρχε στο μυαλό μου. Να όμως που ήρθε η πιο μεγάλη ώρα, και το σύμπαν άστραψε, ο ουρανός σκίστηκε στα δυο, και απλά συνέβη:


Ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΣ ΕΣΠΑΣΕ ΤΗ ΣΙΩΠΗ ΤΟΥ!
Θύματα ή ζημιές δεν αναφέρθηκαν…


Πάντα με συγκινούσαν τα απλά, ταπεινά παιδιά του Harvard με τα ολοστρόγγυλα γυαλιά, που έχουν προχωρημένες απόψεις κι είναι πάντα μπροστά από την εποχή τους, αλλά είναι η εποχή τόσο μικρή για να τους καταλάβει, κι είναι οι Μητσοτάκηδες τόσο ισχυροί και τους παλεύουν. Κι ούτε τα «Μυστικά του βάλτου» που έγραψε η γιαγιά σου δεν είναι ικανά να σε ξεβαλτώσουν.


Το είδα το παιδί να μιλάει στους «Νέους Φακέλους» στον Παπαχελά. Μου είπαν ότι έπαιξε και μια συνέντευξη στη ΝΕΤ και στον Μανώλη Κοττάκη, αλλά ΤΟΣΗ άμεμπτη δημοσιογραφία δεν μπόρεσα να την αντέξω και δεν το είδα. Ο Σαμαράς είναι ο γκουρού της εξωτερικής μας πολιτικής (και η Ντόρα Μητσοτάκη η γκουρούνα, τηρουμένων των αναλογιών). Είναι από την Καλαμάτα και αυτό τον κάνει να ξέρει από καλό λάδι κι από ελιά θρούμπα, είναι όμως αμφίβολο κατά πόσο τον κάνει να ξέρει και από Μακεδονικό Χαλβά. Άτιμο γλυκό ο Μακεδονικός Χαλβάς, σου λέει. Ανεβάζει και κατεβάζει υπουργούς εξωτερικών τα τελευταία 15 χρόνια! Έτσι κατέβασε και τον Αντώνη.


Ο οποίος Αντώνης είπε στον Παπαχελά ότι αυτός όλα καλά τα έκανε, ο Μητσοτάκης όμως, που ήταν τότε πρωθυπουργός, δεν ήξερε πού παν τα τέσσερα (σε αντίθεση με τον Μάκη…). Και γέλαγε όλη η Ευρώπη με τον Μητσοτάκη – λέει ο Σαμαράς –, γιατί και ερασιτέχνης ήταν, και σταθερές απόψεις δεν είχε (ο Δρακουμέλ). Κι ενώ είχανε συμφωνήσει στην Αθήνα τι θα έλεγε ο Σαμαράς στον Πινέιρο και στον Ντε Μικέλις, τότε στην τούρλα του Σαββάτου με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, τελευταία στιγμή τον έπαιρνε στο τηλέφωνο ο Ψηλός και του ’λεγε «Μάζεψ’ τα και γύρνα πίσω». Ε, μια και δυο, τα πήρε στο κρανίο ο Αντώνης και «υπέβαλε την παραίτησή του», κι ύστερα έκανε και κόμμα κι έριξε τον Μητσοτάκη και μπήκε και στη Βουλή, κι έριξε ο Μητσοτάκης σ’ αυτόν κατάρες που καλύπτουν 14 γενιές Σαμαράδων (τόσο πολύ πιάνει η κατάρα του, εξ ου και το προσωνύμιο "Γκαντέμης"!)


Βέβαια, υπήρχε στην εκπομπή κι η άποψη του Μητσοτάκη, ο οποίος, με τη σεμνότητα και ταπεινότητα που τον χαρακτηρίζει ως πολιτικό και ως άνθρωπο, είπε για τον Σαμαρά πως ήταν «ένα άμαθο παιδάκι», που «τραύλιζε στα Συμβούλια Υπουργών» κι ότι ήταν ένα άβουλο πιόνι μέσα στην κυβέρνησή του, και γενικά μίλησε με τόσο κολακευτικά λόγια για τον πρώην υπουργό του, που είναι να απορεί κανείς, αφού ο Σαμαράς ήταν τόσο καταφανώς χάλια, γιατί τον έκανε υπουργό του. Και κυρίως, γιατί τον κράταγε τόσον καιρό. Είπε κι άλλα, βέβαια, και γι’ άλλα γαλάζια παλληκάρια. Ότι ο Έβερτ κι οι τότε βαρόνοι ήταν «αμελητέα ποσότης» μέσα στο κόμμα, κι ότι ο παππούς ο Καραμανλής έκανε πίσω σε όσα συμφωνήσανε για τη Μακεδονία, κι αυτός ήταν τόσο πονόψυχος, που είπε να μην τον πικράνει και δεν του χάλασε χατίρι, παρ’ όλο που είχε 151 βουλευτές κι οι μισοί απειλούσαν να του κάνουν την κυβέρνηση Κούγκι και να περάσει ο Μητσοτάκης στην Ιστορία ως «ο καλόγερος Σαμουήλ της Ρηγίλλης». Το κορυφαίο, βέβαια, το άφησε για το τέλος: όταν ρωτήθηκε αν θεωρεί πως έκανε λάθη στον χειρισμό του «Μακεδονικού», είπε πως «δεν πιστεύει πως θα μπορούσε να κάνει κάτι καλύτερο»…


Γενικά, ο Μητσοτάκης υπήρξε ένας «ηγέτης» που τα λόγια του βγήκαν προφητικά, όπως τότε που είπε ότι «σε δέκα χρόνια κανείς δε θα το θυμάται», και μετά από δεκαπέντε βγαίνει ο Ζουράρις στα συλλαλητήρια και απευθύνεται σε «αυτοπάρακτους» Μακεδόνες, και κάτι άλλο που δεν το συγκράτησα, γιατί τελευταία τα ελληνικά μου είναι πολύ χάλια.

Αυτό βέβαια που δεν έχω καταλάβει για τον Σαμαρά είναι ποιος του ’κλεινε το στόμα τόσα χρόνια. Ο Μητσοτάκης; Η Ντόρα; Ο εκσυγχρονισμός; Δεν υπήρξε αρχηγός κοινοβουλευτικού κόμματος; Ποιος τον εμπόδιζε να μιλήσει τότε; Και τώρα που μίλησε, τι είπε; Ότι δε φταίει αυτός; Ότι τον ’φάγαν τα κυκλώματα;;


Η όλη ιστορία πίσω από αυτή τη συνέντευξη μου θυμίζει καλτάκες που μαλλιοτραβιούνται για την μπουγάδα. Όπως εκείνες με τη διαφήμιση της Κλινέξ που τραβάνε το σεντόνι: «Άσ’ το κάτω, δικό μου είναι!», λέει η μία. «Όχι, δικό μου είναι!», λέει η άλλη. Κι όταν τελικά σκίζεται το σεντόνι, γυρνάει και λέει η ευτραφής: «Τελικά, δικό σου είναι!» Ποιος είναι στον ρόλο της ευτραφούς, διαλέγετε και παίρνετε.


Το ηθικό δίδαγμα που για άλλη μια φορά βγαίνει από αυτήν την ιστορία είναι ότι οι νίκες έχουν πολλούς πατεράδες. Η ήττα, κανέναν. Σαν παιδί πατρός αγνώστου που σέρνεται στους δρόμους και ζητά την αγάπη του πατρός, αλλά εις μάτην την ψάχνει. Σαν τον Βασιλάκη Καΐλα στις παλιές ελληνικές ταινίες, μια κατάσταση. Κι αυτά, για να καταλάβουμε όλοι πώς ασκείται η «υπερήφανη» εξωτερική πολιτική…


Υ.Γ.: Με τόσες φορές που μελέτησα τον Μητσοτάκη, μήπως να πω του Jeronymo να μου ρίξει κάνα ευχέλαιο, μη με πιάσει το κακό το μάτι;

Ρέκβιεμ για ένα «Θέμα»




"Αντί του ποσού των 12,7 εκατομμυρίων ευρώ μεταβιβάζεται το 70% της εφημερίδας "Πρώτο Θέμα" στην "Πήγασος Εκδοτική ΑΕ" της οικογένειας Μπόμπολα. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της εταιρίας, ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος πούλησε το σύνολο των μετοχών του, δηλαδή το 40% του μετοχικού κεφαλαίου, αντί 7,3 εκατομμυρίων ευρώ.
Στην ανακοίνωση αναφέρεται επίσης ότι οι άλλοι δυο μέτοχοι, Θέμος Αναστασιάδης και Τάσος Καραμήτσος, έχουν υπογράψει προσύμφωνο για την μεταβίβαση του 30% των μετοχών τους στην οικογένεια Μπόμπολα, αντί συνολικού ποσού 5,4 εκατομμυρίων ευρώ".
skai.gr, 14-03-2008
Τελικά αποδείχτηκε ότι ο Μάκης όντως ξέρει πού παν τα τέσσερα. Τα τέσσερα πάνε στα εφτά. Εφτά εκατομμύρια ευρώ, για την ακρίβεια. Κι άλλες τριακόσιες χιλιάδες για μπουρμπουάρ. Αυτό ήταν το τίμημα που έλαβε για να πουλήσει το μερίδιο (40%) που κατείχε στο «Πρώτο Θέμα». Για όλα υπάρχει μια τιμή, αλλά δεν είναι αυτό που προκαλεί εντύπωση.

Το «Θέμα» ξεκίνησε ως «η γροθιά της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας στο εκδοτικό κατεστημένο». Και μόνο από τον γδούπο αυτών των λέξεων, τότε, θα ’πρεπε κανείς να υποψιαστεί τη συνέχεια. Αν και οποιαδήποτε πρόβλεψη ωχριά μπροστά στα τερτίπια της ζωής, όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια. Και πόσο μάλλον, όταν η εφημερίδα αυτή γεννήθηκε σε μια μπανιέρα, αλλά αντί για «άσπρη ξέξασπρη», από την πρώτη στιγμή πήρε ένα χρώμα υποκίτρινο, σχεδόν τσιρλί. Και πιο μετά, μαύρο. Σαν τα χρήματα που – φαίνεται ότι – διακινούνταν από σύνορο σε σύνορο.

Έτσι είναι ο ελληνικός κόσμος των media, κι ένας άνθρωπος με πείρα σε ζούγκλες όφειλε να το γνωρίζει. Αλλά ο Ταρζάν της ελληνικής δημοσιογραφίας, ο «Δημοσιογράφος», όπως αρέσκεται να αυτοαποκαλείται, διαπίστωσε ότι έπεσε θύμα των «ευγενικών του προθέσεων και της δημοκρατικότητας» με τις οποίες διαπότισε την εφημερίδα του, κι είδε την… επανάστασή του να προδίδεται από τους ίδιους του τους δημοσιογράφους. Μια μέρα, οι ταπεινοί κολίγοι βγάλανε φιρμάνι να διώξουνε τον Μάκη από το τσιφλίκι του, κι αυτός το πούλησε σε άλλον μεγαλοτσιφλικά, απογοητευμένος από τη συμπεριφορά αυτών που ευεργέτησε…

Κι έτσι δικαιώνεται once again εκείνο το ρητό που λέει «Ουδείς ασφαλέστερος εχθρός του ευεργετηθέντος»…

Τώρα λοιπόν που η «Επανάσταση» έφαγε τα παιδιά της, μένει να ρυθμιστούν ένα – δυο πρακτικά ζητήματα:

1ον: Τώρα που έφυγε το «Μα» από το «Θέμα», μήπως θα πρέπει η εφημερίδα να μετονομαστεί σε «ΘΕΜΠΟ» (απ’ το «Μπόμπολας»); Ή «ΜΠΟΜΠ ο μάστορας» (επειδή ο «ΜΠΟ» έχει κι έναν Άκτωρα να θρέψει);

2ον: Μήπως θα δούμε και σε διαφήμιση τον Μπόμπολα να του φοράει ο Μάκης το μπουρνούζι καθώς θα βγαίνει απ’ την μπανιέρα, για να σηματοδοτήσει τη νέα εποχή στην εφημερίδα;

3ον: Δηλαδή, αν κατάλαβα, το «ΘΕΜΑ» εντάσσεται στον όμιλο που ελέγχει κατά 25% (λίγο πάνω, λίγο κάτω) το MEGA; Δηλαδή το διαβόητο DVD περνά στα χέρια του ομίλου; Ο Πρετεντέρης το ’μαθε;…

4ον: Κι ο Μάκης; Πού θα ασκεί τώρα πια «Δημοσιογραφία»; Στο Alter; Στο MEGA; Μήπως θα μας τον πάρει το BBC; Και τι θα γενούμε εμείς χωρίς τον Μάκη;;;

Αλλά τι λέω κι εγώ; Ο Μάκης θα αποτραβηχτεί προσωρινά στο «ταπεινό προάστιο» της Εκάλης και θα ξεσκατίζει τους άπορους γονείς των πεθερικών του. Και, κάποια στιγμή, θα επανακάμψει δριμύτερος. Και ξανά προς τη δόξα τραβά!

Ας είναι ελαφριά η επιταγή που τον σκεπάζει!

20.3.08

Athens Trophy 2008


Σε πολλά πράγματα η χώρα μας βρίσκεται πολύ πίσω από τις άλλες (ευρωπαϊκές) χώρες. Σιγά το νέο, θα μου πείτε, και θα ’χετε δίκιο. Υπάρχει φυσικά και η κλασική λύση, πως για ό,τι δεν έχουμε, δίνουμε λεφτά και το παίρνουμε (θυμίζει λίγο Ρικάρντο, λίγο συγκριτικό πλεονέκτημα, λίγο Διεθνές Εμπόριο, άσ’ το, χέσ’ το). Αλλά στη χώρα αυτή ούτε λεφτά – μας λένε ότι – έχουμε, αλλιώς θα ‘ χαμε λύσει το ασφαλιστικό και καμμιά πενηνταριά ακόμα προβλήματα, έτσι για την πλάκα μας.

Αυτές τις μέρες που απεργεί το σύμπαν (φαντάζεστε η φράση να ’ταν κυριολεκτική, λ.χ. να σταματούσε το σύμπαν να διαστέλλεται για να μην το βάλει η Χάλη – Γκάλη Πετραλιά στο ΙΚΑ;) καθόμουν και σκεφτόμουν πώς θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε αυτές τις δυσλειτουργίες των απεργιών και να τις μετατρέψουμε σε συγκριτικό πλεονέκτημα (μη μου πείτε, σας εντυπωσίασα!). Φερ’ ειπείν, στην Ελλάδα δεν έχουμε πίστα Φόρμουλα 1 κι έτσι αναγκάζεται ο Κοντομηνάς να σκάσει 4 εκατομμύρια ευρώπουλα για να αγοράσει τα δικαιώματα προβολής από τον Alpha. Δεν έχουμε ούτε ένα ράλι τύπου Paris – Daqar, παρά μόνο ένα Ράλι Ακρόπολις, που κάνει μια διαδρομή ίσαμε δυο τσιγάρα δρόμος (γιατί πόση είναι η απόσταση από Αθήνα μέχρι Θήβα, με τους νέους, υπερσύγχρονους αυτοκινητοδρόμους της χώρας μας;;) και δεν περνάει καν από έρημο. Ούτε καν ένα Camel Trophy δεν είμαστε άξιοι να διοργανώσουμε, κι όπως καταλαβαίνετε χάνουμε εκατομμύρια από τηλεοπτικά δικαιώματα που θα εισπράτταμε και θα βουλώναμε και καμμιά τρύπα με δαύτα. Ένας άνθρωπος σκέφτηκε κάποια στιγμή πρωτοποριακά επί του θέματος, κι αυτόν πήγαμε να τον σταυρώσουμε: θυμάστε τον Χρήστο Παπουτσή ως υποψήφιο δήμαρχο Αθηναίων απέναντι στην Ντόρα το 2002, που είχε προτείνει να κάνουμε το πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού πίστα για Φόρμουλα 1 και τον είχαν πάρει όλοι στο ψιλό; Μη βρεθεί ένας άνθρωπος πρωτοπόρος, αμέσως να τον σταυρώσουμε! Σαν την Έφη Σαρρή, ένα πράμα...

Σκέφτηκα πολύ, ιδέα όμως δε μου ’ρχόταν. Μέχρι την προηγούμενη Πέμπτη. Εκείνη τη μέρα ήρθε μια ιδέα και προσγειώθηκε στο κεφάλι μου, όπως το περιστέρι στο κεφάλι του Καρατζαφέρη.

Εκείνη την Πέμπτη, λοιπόν, είχανε στάση εργασίας το Μετρό κι ο Ηλεκτρικός. Εκείνη ειδικά τη μέρα που έπρεπε από την Κηφισιά που ήμουνα να βρεθώ κατά τις 5 στον Πειραιά, όπου είχα ραντεβού, και δεν προλάβαινα να περιμένω μέχρι τη λήξη της στάσης στις 4:30. Απελπισμένος όπως ήμουνα, η μόνη μου εναλλακτική ήταν να πάρω λεωφορείο και να κατέβω με αυτό την Κηφισίας, ντάλα καταμεσήμερο.

Στην προηγούμενη πρόταση υπάρχουν δύο μοιραία λάθη, που κι ο τελευταίος ακόμα Αθηναίος που δεν ξέρει πού πέφτουν οι Κουκουβάουνες θα απέφευγε να κάνει: (α) Κατεβαίνω την Κηφισίας. (β) Ντάλα καταμεσήμερο...

Ώρα 2:30 επιβιβάζομαι στο 550: «Κηφισιά – Παλαιό Φάληρο» μία στάση μετά την αφετηρία. Η εικόνα του δρόμου με προϊδέαζε μόνο αμυδρά για το τι θα ακολουθούσε. Το λεωφορείο ήταν ήδη γεμάτο κόσμο, τόσο που στο σαρδελοκούτι οι σαρδέλες σίγουρα αισθάνονται πιο άνετα. Το μέτωπό μου στάλαζε ιδρώτα. Μια χοντρή από κάτω μου έκανε αέρα με τη βεντάλια μες στα μούτρα μου και έφερνε στη μύτη μου όλες τις μυρωδιές του διπλανού της, που βρωμούσε 3 Amstel και 2 φέτες παστουρμά. Ένα χέρι πασπάτευε διαρκώς τον πισινό μου (όχι τον κύριο που ήταν πίσω από μένα, τον δικό μου πισινό!), αλλά δεν μπορούσα να το εντοπίσω. Το χειρότερο ήταν όταν στις στάσεις έπρεπε να αποβιβαστεί κόσμος. Να σου ’ρχεται τώρα η φακλάνα με τις σακούλες από τον "Βάρσο" και τη μούρη πασαλειμμένη πραλίνα σοκολάτα και να σου σκάει τα τσουρέκια μέσα στα μούτρα, και να σου λέει κι από πάνω «για όνομα του Θεού, πόσο χώρο πιάνετε επιτέλους; Ντιπ αναισθησία, ΚΟΥΝΗΘΕΙΤΕ ΝΑ ΚΑΤΕΒΟΥΜΕ!» Πιο δίπλα, μια γριά που βρωμά η ανάσα της σκορδίλα (της είπαν ότι ρίχνει την πίεση, αλλά δεν της ανέφεραν τίποτα για το πόσους ρίχνει αναίσθητους από τις αναθυμιάσεις) έχει θυμηθεί τη Μικρασιατική Καταστροφή (είδες συνειρμούς η πήχτρα;) και μου αφηγείται σε όλο τον δρόμο πώς με μια μαούνα έκανε το δρομολόγιο Τσεσμές – Μυτιλήνη. Στοιχηματίζω πιο γρήγορα και πιο άνετα από το Κολιάτσου – Παγκράτι...

Έχει περάσει μία ώρα κι είμαστε ακόμα στο «Υγεία». Η σπονδυλική μου στήλη έχει γίνει σίγμα τελικό για να προσαρμοστεί στους σωματότυπους των γύρω μου. Τρία τέταρτα αργότερα φτάνουμε Πανόρμου. «Νυν υπέρ πάντων ο αγών», βέλαξε ο Άδωνις Γεωργιάδης μέσα μου, και πάτησα το κουμπί να κατέβω. Τελικά, λόγω κόσμου, κατάφερα να κατέβω δυο στάσεις παρακάτω και γύρισα Πανόρμου με τα πόδια...

Στο μεταξύ, η ώρα είχε πάει πέντε και είκοσι και το μετρό ήταν ξανά σε λειτουργία. Μπαίνω στο δεύτερο μετρό που πέρασε (γιατί το πρώτο ήταν πήχτρα) και κατεβαίνω Κεραμεικό (στο Μοναστηράκι ήθελα, αλλά πριν προλάβω να βγω απ’ το βαγόνι, κλείσανε οι πόρτες και βρέθηκα στο Γκάζι). Βγαίνω, πάω την απέναντι αποβάθρα, γυρίζω Μοναστηράκι, ανεβαίνω δύο κυλιόμενες, μπαίνω στον ηλεκτρικό, και κάποια στιγμή φτάνω στον Πειραιά.

Η ώρα ήταν έξι και μισή. Τρέχοντας, έφτασα στην Πλατεία Κοραή, όπου ήταν το ραντεβού μου. Ένας γέρος που ρέμβαζε σε ένα παγκάκι κοίταζε μια εμένα, μια ένα χαρτί στο χέρι του. Μια εμένα, μια το χαρτί. Το χαρτί αποδείχτηκε φωτογραφία, και στη φωτογραφία ήμουνα εγώ, κι έρχεται ο γέρος με μια ανθοδέσμη προς το μέρος μου και μου λέει «Είσαι ο τάδε;», λέω «Είμαι ο τάδε», και μου λέει ο γέρος «Μου είπε η τάδε, αν σε δω, να σου δώσω με τρόπο αυτό το μπουκέτο», κι εγώ τον ρώτησα «Πού ’ν’ το το μπουκέτο;», κι αυτός μου είπε «Να το το μπουκέτο!» και μου ’ριξε ένα αριστερό κροσέ στο δεξί μου μάγουλο και μέτραγα αστερίες και Μπομπ σφουγγαράκηδες.


Για να επανέλθω λοιπόν σ’ αυτό που έλεγα, έχω να προτείνω την καθιέρωση του Athens Trophy, ενός ράλι πεζών που θα διοργανώνεται στην Αθήνα κάθε χρόνο υπό την αιγίδα του ΟΑΣΑ. Θα κάνουμε μια μέρα απεργίας ειδικά για τον σκοπό αυτό, και θα καλούμε πεζούς απ’ όλες τις χώρες του κόσμου για να συμμετέχουν. Το concept, απλό: ο παίκτης καλείται με τη χρήση λεωφορείων, σκέητ, ποδηλάτου, πατινιών, παγοπέδιλων κι αραμπά να διανύει μια συγκεκριμένη απόσταση (που κάθε χρόνο θα ’ναι διαφορετική) σε συγκεκριμένο χρόνο. Ο νικητής θα παίρνει δώρο μια ολοκληρωμένη περιποίηση spa σε ινστιτούτο της επιλογής του, μισό κιλό Συριανά λουκούμια, ένα σιντί από μαύρο με το “My secret combination” της Καλομοίρας, και δυο διανυκτερεύσεις, με ημιδιατροφή, στο “Dromokaiteion – 5 Star Suites”, για να βλέπει τα χειρότερα και να παρηγοριέται. Εννοείται ότι τα τηλεοπτικά δικαιώματα θα τα έχει η ΕΡΤ, και φυσικά το σόου θα πουλήσει σαν τρελό. Τι παραπάνω, δηλαδή, έχει το “Survivor”;

Το motto του παιχνιδιού θα είναι «Η Αθήνα είναι τρέλα, άμα στάξεις τη φανέλα».

Ολέ!

Μην πυροβολείτε τη Βίκυ!


Αλέξανδρος Τομπάζης. Ντίνος Διαμαντόπουλος (Θεός σ’ χωρέσ’ τον!). Ευγένιος Τριβιζάς. Άλκηστις Πρωτοψάλτη. Γιώργος Μπαμπινιώτης. Γεράσιμος Αρσένης. Κυριάκος Μητσοτάκης. Νότης Χριστοδούλου. Ντίνα Κώνστα. Γιάννης Ξανθούλης. Δόμνα Σαμίου. Λούκα Κατσέλη. Περικλής Κοροβέσης. Λουκία (σχεδιάστρια μόδας). Γεράσιμος Αρσένης (ξανά!). Γιώργος Γραμματικάκης.

Τι κοινό μπορεί να έχουν όλα αυτά τα (ετερόκλιτα, κατά τ’ άλλα) άτομα; Προσπερνώ εξυπνάδες του τύπου «κάνανε μαζί φαντάροι» ή «οι μανάδες τους πλένανε στην ίδια σκάφη». Θα μπορούσε κανείς, αν πάρει τα ονόματα ανά δύο, να κάνει παράξενους – εκ πρώτης όψεως – συνδυασμούς, π.χ. να πει κάποιος ότι ο Nότης Χριστοδούλου (βλέπε Fame Story) ήταν φοιτητής του Μπαμπινιώτη πριν τον αναλάβει η Τζούλη – “but you have to study” – Μασίνο. Ή ότι η Δόμνα Σαμίου τραγουδούσε «Ν’ ανάψω λύ – ν’ ανάψω λύχνο για να δω» κι έκανε τον Κούλη να γουρλώνει τις ματάρες του (προφανώς από έκπληξη, γιατί το Μητσοτακέικο σοκάρεται από τη vulgarite του πόπολου). Ή – το κορυφαίο – ότι η Λουκία επιμελείται τα ρούχα που φοράει ο Κοροβέσης!

Όχι, δυστυχώς κανένας τέτοιος συνδυασμός δεν ισχύει – όχι ότι δε θα μπορούσε, απλώς δεν έτυχε. Και για να μη σας ζαλίζω άλλο τον έρωτα, ας το πάρει το ποτάμι. Όλοι οι προαναφερόμενοι είχαν την τιμή να τους καλέσει η Βίκυ Φλέσσα στην εκπομπή της και να τους φτάσει «Στα Άκρα»...

Η Βίκυ Φλέσσα, για όσους μπορεί να μην ξέρουν, είναι η ιέρεια της ελληνικής μεταμεσονύχτιας δημοσιογραφίας (γιατί, αν δεν το ξέρετε, υπάρχει και τέτοια!). Κάθε Παρασκευή μετά τα μεσάνυχτα, από τη συχνότητα της ΝΕΤ, πιάνει το πόστο της χρόνια τώρα και ξεχνιέται με ερωτήσεις και απαντήσεις, σκέρτσο και νάζι, φτιασίδωμα και πουτανιά (με την καλή έννοια...), υπαρξιακές αναζητήσεις και μεταφυσικές απορίες, μέχρι να πάει η ώρα τέσσερις το χάραμα ή μέχρι ο καλεσμένος της αρχίσει να γλαρώνει. Κι επειδή μια φορά Βίκυ είναι σαν καθόλου Βίκυ, την απολαμβάνουμε σε χορταστικές επαναλήψεις τα Σαββατόβραδα, αμέσως μετά το «Στην Υγειά μας», για να συνέλθουμε από το ξέφρενο γλέντι που προηγήθηκε με τον Μάριο Φραγκούλη.

Η Βίκυ, που λέτε, είναι μεγάλη ιστορία. Τέλειωσε το Λύκειο το 1984, πράγμα που δεν ήξερα και που αποδεικνύει ότι η Βίκυ πρώτον δεν είναι και τόσο μπεμπέκα – όχι τουλάχιστον όσο εγώ περίμενα –, δεύτερον ότι είναι ακομπλεξάριστη και φιλαλήθης (μόνη της κάρφωσε την ηλικία της – προφανώς ήταν ο μόνος τρόπος για να ρίξει τον Μπαμπινιώτη), τρίτον ότι είναι 42 ετών. Μετά το Λύκειο έβγαλε τη Φιλοσοφική Αθηνών, δηλαδή είναι πολύ μορφωμένη (έως παραμορφωμένη, θα έλεγα) και που δείχνει βέβαια πόσο πολύ αδικήθηκε αυτή η κοπέλα στη ζωή της: άλλες κι άλλες ξεκίνησαν στην ΕΡΤ ως γραμματείς και κατέληξαν να κάνουνε σόου, κι η Βικούλα, με αυταπόδεικτα περισσότερα προσόντα, παρέμεινε μια απλή πλην τίμια δημοσιογράφος, πιστή στο λειτούργημά της.


Αν ψάξουμε να βρούμε αντιστοιχίες, μόνο η Μπήλιω Τσουκαλά θα μπορούσε να τη συναγωνιστεί επί ίσοις όροις. Δηλαδή, ό,τι είναι η Μπήλιω γα την απογευματινή ζώνη, είναι η Βίκυ για μετά τα μεσάνυχτα. Έχουν παρόμοιες αναζητήσεις, παρόμοιο σκέρτσο και παρόμοιο φυζίκ (εντάξει, η Μπήλιω είναι λίγο πιο σιτεμένη, αλλά μήπως κι η Βίκυ θα δείχνει πάντα νέα;) Άσε που, τώρα που το σκέφτομαι, αυτές οι δυο έχουνε κι άλλο κοινό: τον ίδιο εργοδότη. Αυτό αποδεικνύει πόσο πρωτοπόρα είναι η ΕΡΤ όταν έχει έμπνευση – και μην ξανακούσω γκρίνιες για τα τέλη στους λογαριασμούς της ΔΕΗ. Αν είναι για τον πολιτισμό, χαλάλι!

Η Βίκυ έχει την αθωότητα της μικρής Χάιντι που θέλει να ανακαλύψει τον κόσμο. Έβγαλε μια Φιλοσοφική, αλλά αν πέρναγε από το χέρι της θα έβγαζε καμμιά ντουζίνα σχολές ακόμη, για να κορέσει τη δίψα της για γνώση. Θα μπορούσε δηλαδή να γίνει μια πανεπιστήμων Λεονάρντα ντα Βίντσι του καιρού της, αλλά ας όψεται το εκπαιδευτικό σύστημα. Θέλει να γνωρίσει από κοντά σημαντικούς ανθρώπους των καιρών μας από όλους τους χώρους, τους οποίους προσεγγίζει με τον ίδιο πάνω – κάτω τρόπο, για να μην κατηγορηθεί ότι κάνει διακρίσεις στους καλεσμένους της. Άλλωστε, η Βίκυ είναι γνωστή για τα σοσιαλιστικά της αισθήματα, πράγμα που τη δυσκόλεψε όταν ανέλαβε η Νέα – μη χέσω – Διακυβέρνηση, αλλά όλα πήγαν καλά κι η Βίκυ μετακόμισε αργά. Βρήκε ζωή στα μαύρα τα μεσάνυχτα – κυριολεκτικά!

Και πώς να μην την έβρισκε; Με όπλο της τα γράμματα του αλφάβητου, που κραδαίνει απειλητικά μπροστά στους προσκεκλημένους της, μοιάζει με γαζέλα έτοιμη να ορμήσει στο ανυπεράσπιστο θύμα της. Κι είναι στ’ αλήθεια πολύ ερεθιστικό για τον τηλεθεατή να ξέρει ότι αυτό το κάνει για πάρτη του και μόνο για πάρτη του, γι’ αυτόν και μόνο αυτόν, έτσι που κάθε ερώτησή της είναι και μια μικρή ερωτική πράξη. Η Βίκυ ξέρει πώς να θέτει ερωτήσεις: στην αρχή ξεκινάει απαλά, με αθώες προκαταρκτικές ερωτήσεις. Στη συνέχεια προσθέτει ένταση, με ερωτήσεις που διατυπώνει με στυλ «για κοίτα με στα μάτια, λοιπόν, κι εξηγήσου» κι ανεβάζει την αδρεναλίνη στο κόκκινο. Ακολουθεί ένα ρεπορτάζ για να χαλαρώσουμε πριν την τελική έφοδο (πρέπει να κρατήσουμε και δυνάμεις). Μετά τις τελευταίες διαφημίσεις επιστρέφει έτοιμη να τα δώσει όλα: τινάζει το μαλλί προς τα πίσω. Κάνει ματιές στον καλεσμένο – και φλερτάρει τον καμεραμάν με την άκρη του ματιού της, γεμάτη υποσχέσεις. Σταυρώνει και ξεσταυρώνει τα πόδια της. Ανασηκώνει το ένα της φρύδι και γυρνάει απότομα στην κάμερα, για να κοιτάξει τον τηλεθεατή κατάματα. Σουφρώνει με τσαχπινιά τα χείλη της και μειδιά ειρωνικά. Και μετά, η κορύφωση: κρατά στα χέρια της το «Θήτα». Ο τηλεθεατής το ξέρει, αυτή όμως το καθυστερεί επίτηδες, για να τον ανάψει ολοκληρωτικά. Η μοιραία φράση βγαίνει αμείλικτη από το στόμα της. Η στιγμή του οργασμού έρχεται χωρίς επιστροφή:

«Θεός ή θάνατος;»

Η εκπομπή τελειώνει κι εσύ, εξαντλημένος μα τόσο χορτάτος, σέρνεις τα βήματά σου ως το κρεβάτι...

Προσωπικά δηλώνω φαν της Βίκυς. Αυτή είναι υπεύθυνη για κάμποσα βράδια Παρασκευής που έχω ξενυχτήσει στον καναπέ μου, κάτω από μια κουβέρτα, βλέποντας καλεσμένους που συνήθως δε δίνουν συνεντεύξεις. Γιατί, πείτε μου, ξέρετε πολλούς από τους θεωρούμενους «σοβαρούς» δημοσιογράφους να έχουν φέρει στην εκπομπή τους τόσο σημαντικά ονόματα; (Καλά, δεν είναι πάντα σημαντικά, κι αυτό το λέω για να μη μου προσάψετε ότι θεωρώ σοβαρά πρόσωπα τον Κούλη, τον Νότη Χριστοδούλου, τον Κώστα Χατζηδάκη κι άλλα φυντάνια που κουβαλάει κι αυτή κατά καιρούς. Άλλωστε, στην ΕΡΤ εργάζεται το κορίτσι, κι αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακωσει...)

Γι΄ αυτό, καλοί μου άνθρωποι, μην πυροβολείτε τη Βίκυ Φλέσσα. Ακόμα κι αν δεν υπήρχε η Βίκυ, θα έπρεπε να την εφεύρουμε...

14.3.08

Σε παίρνω και μιλάει, ή "Knock-knock on Heaven's door"

Είπα να αρχίσω σιγά-σιγά να νεκρανασταίνω το δόλιο μου το blog, που σαν ψωρόσκυλο το περιφρονούσα τόσον καιρό, και σαν αρχή ας κάνω ένα μικρό και ανώδυνο σχολιάκι περί της κατρακύλας της ελληνικής δισκογραφίας.

Όπου δισκογραφία εστί το σύνολο της παραγόμενης ποσότητας ψηφιακών δίσκων μουσικής, ενίοτε και αναλογικών σε μορφή βινυλίου (νέα μόδα, που κάποιοι βάλθηκαν να τη νεκραναστήσουν, όπως εγώ το blog μου ένα πράμα...), και η οποία τελευταία πνέει τα λοίσθια, όμως μην της το πείτε και τη στενοχωρήσετε...

Και μας αμολάνε μούτζες πάνω στα εξώφυλλα των CD ή κάθε φορά που χαζεύουμε κανά βιντεοκλίπ στο MAD, ότι και καλά η πειρατεία είναι που σκοτώνει τη μουσική, και που οι πωλήσεις ελληνικών CD έχουν πέσει... (στο ένα πέμπτο; Στο ένα δέκατο;) σε σχέση με δέκα χρόνια πριν, με σύνθημά τους "Φονιάδες των CD, παλιο-Νιγηριανοί". Από το καλοκαίρι του 2006, το χρυσό απονέμεται πλέον με τη συμπλήρωση μόλις 15.000 πωλήσεων, ενώ το πλατινένιο απαιτεί 30.000 αντίτυπα, όταν μέχρι το 1990 απαιτούνταν 50.000 αντίτυπα για να χαρακτηριστεί ένα άλμπουμ χρυσό και 100.000 για να γίνει πλατινένιο! Τουτέστιν, 70% κάτω...

Είδες πετυχησά οι μαύροι; Αν τα καταφέρνουν τόσο καλά, αναρωτιέμαι γιατί δεν τους βάζουν διευθυντές στις δισκογραφικές τους;...

Δηλαδή η μπίζνα δεν πάει καλά, κι έτσι φτάσαμε να πλατινάρουμε δίσκους που πουλάνε μόλις 30.000 αντίτυπα. Σημειωτέον, το "πουλάνε" είναι λέξη κομβικής σημασίας. Το νουμεράκι αφορά τις παραγγελίες των σιντάδικων και άρα την ποσότητα των τεμαχίων στα ράφια. Έτσι, για να σας το κάνω πιο λιανά, το ότι η Πρωτοψάλτη πήρε πλατινένιο δίσκο για το τελευταίο της CD (ξέρετε... αυτό με τον Θωμά που πάει στη Χαβάη) δε σημαίνει ότι 30.000 CD αγοράστηκαν από τον κόσμο και βρίσκονται στις σιντοθήκες μας, αλλά ότι 30.000 CD βρίσκονται στα σιντάδικα προς πώληση. Μπορεί να αγοραστούν και σε δέκα χρόνια (γιατί τα αληθινά έργα τέχνης κερδίζουν συν τω χρόνω την αξία τους - λέμε τώρα!), αλλά η Πρωτοψάλτη παίρνει την πλατίνα προκαταβολικά. Να 'χει κι ο δήμαρχος Κακλαμάνης να ασχολείται με κάτι, γιατί πολλή αναδουλειά έπεσε στον Δήμο Αθηναίων τελευταία!

Για την Πρωτοψάλτη ειδικά, και το τελευταίο της πόνημα ιδιαίτερα, με λύπη μου τη βλέπω να κατρακυλάει από σημαντική ελληνίδα ερμηνεύτρια σε ιέρεια της βλαχοπόπ. Θα μου πείτε, να 'ναι καλά κι η Heaven, που ΤΟΣΑ έχει συνεισφέρει στον σύγχρονο μουσικό μας πολιτισμό, με μπροστάρη τον Φοίβο και μασκότ τη Δέσποινα. Βέβαια, το ζήτημα για μένα δεν είναι τι κάνει η κάθε εταιρεία, αλλά τι κάνει ο καλλιτέχνης. Κι αναρωτιέμαι: είναι δυνατόν μια τραγουδίστρια του βεληνεκούς της Πρωτοψάλτη να επηρεάζεται από τον κάθε άσχετο μάνατζερ της όποιας δισκογραφικής στην επιλογή των τραγουδιών της; Λογικά δε θα έπρεπε να ισχύει το αντίθετο, δηλαδή η Πρωτοψάλτη να επιβάλλεται της (όποιας) Heaven; Στην τελική, ακόμα κι αν το δούμε τελείως μαρκετινίστικα, δεν μπορώ να δεχτώ ότι το brand name Πρωτοψάλτη, που είναι παλιό και καθιερωμένο στην πιάτσα, γονατίζει μπροστά σ' αυτό της Heaven! Και τελικά, η Heaven ήθελε την Πρωτοψάλτη για να δανειστεί από το κύρος της, ή για να την κάνει καλομοιρέστερη της Καλομοίρας; (Τι ψάχνω κι εγώ, ε;)

Υ.Γ.1: Αναδημοσιεύω από την τελευταία "LIFO" της 13ης Μαρτίου 2008 (σελ. 42, Modern Tales - Νίκος Τσεπέτης): "Το "Θωμά, πάμε στη Χαβάη" είναι τόσο ξετσίπωτα αηδιαστικό, που και η Καλομοίρα ακόμα θα το σκεφτόταν πριν το τραγουδήσει"...

Υ.Γ. 2: Ο Κώστας Αρβανίτης στον "Δίεση", αφού έπαιξε τη "Χαβάη" και σχολιάζοντας τον στίχο "... αν τελικά θα πάμε στη Χαβάη/ πάρε λεφτά απ' το σπίτι", αναρωτήθηκε: "Μα πόσο πλούσιος είναι ο Θωμάς για να κρατάει τόσα λεφτά στο σπίτι;"